Κοινοποίηση φορολογικών πράξεων με ψηφιακά μέσα

Η κοινοποίηση των πράξεων της φορολογικής διοίκησης έχει μεγάλη σημασία, μεταξύ άλλων για την διακοπή της παραγραφής της φορολογικής αξίωσης και για την έναρξη της προθεσμίας για την άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής.

Εξάλλου, όπως κρίθηκε με την ΟλΣτΕ 616-618/2021 «σύμφωνα με την αρχή της φανερής δράσης της Διοίκησης η δυσμενής και κατά νόμο μη δημοσιευτέα καταλογιστική πράξη δεν επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της έναντι εκείνου σε βάρος του οποίου χωρεί ο καταλογισμός, παρά μόνον από την κοινοποίησή της προς αυτόν, ή τουλάχιστον από τη γνώση του, δίχως η κοινοποίηση να καθίσταται συστατικό στοιχείο της πράξης.»

Όπως ήδη έχουμε επισημάνει, πλέον οι κοινοποιήσεις από την φορολογική διοίκηση γίνονται προεχόντως με ψηφιακά μέσα. Προκύπτει λοιπόν, εύλογα το ερώτημα αν, σε περίπτωση νόμιμης κοινοποίησης με ψηφιακά μέσα, μπορεί ο φορολογούμενος να ισχυριστεί ότι δεν έλαβε γνώση της πράξης, επειδή παρέλειψε λόγου χάρη να αναγνώσει το σχετικό μήνυμα στην ηλεκτρονική του θυρίδα ή το σχετικό μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Υπενθυμίζεται ότι με το παλαιότερο καθεστώς των συστημένων επιστολών η Διοίκηση είχε το βάρος να προσκομίζει το αποδεικτικό επίδοσης από την ταχυδρομική υπηρεσία σε περίπτωση που αμφισβητούνταν η παραλαβή της επιστολής από τον φορολογούμενο.  Επίσης, αν ότι η πράξη αποδεικνύεται ότι επιδόθηκε στον φορολογούμενο σε συγκεκριμένη ημερομηνία, αυτή αποτελεί το χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής.

Υπό το ισχύον καθεστώς όμως, των ψηφιακών κοινοποιήσεων είναι εξαιρετικά δύσκολο (έως και αδύνατον) να αμφισβητηθεί το τεκμήριο της νόμιμης κοινοποίησης δέκα ημέρες μετά την ανάρτηση της πράξης στο TAXISNet και την αποστολή μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Με την υπ’ αριθμ. 407/2024 απόφαση του ΔΠρΠειρ μάλιστα, κρίθηκε ότι ακόμα και η μεγάλη ηλικία των φορολογουμένων σε συνδυασμό με την έλλειψη εξοικείωσης με τις νέες τεχνολογίες δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογία: «Εξάλλου, ο ισχυρισμός τους ότι στην υπό κρίση περίπτωση κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της επιείκειας διενεργήθηκε ηλεκτρονική κοινοποίηση -δεδομένου ότι οι προσφεύγοντες διάγουν ήδη την έβδομη δεκαετία της ζωής τους και δεν είναι εξοικειωμένοι με τη σύγχρονη τεχνολογία και τη λειτουργία των ηλεκτρονικών εν γένει συστημάτων- δεν συνιστά λόγο ανωτέρας βίας ικανό να δικαιολογήσει το εκπρόθεσμο άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής.»

Επιπλέον, σε συναφές ζήτημα (ανταπόκρισης σε αίτημα της φορολογικής διοίκησης για προσκομιδή εγγράφων) το ΔΠρΘεσσ με την υπ’ αριθμ. 118/2025 απόφασή του έκρινε ότι «…ο επικαλούμενος από τον ίδιο λόγος (δυσχέρεια ανάγνωσης και γραφής λόγω μερικού αναλφαβητισμού), πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται, δεν δύναται, σε κάθε περίπτωση, να θεωρηθεί ότι συνιστά γεγονός απρόβλεπτο, το οποίο δεν μπορούσε να αποτραπεί ούτε με άκρα σύνεση και επιμέλεια, συνεπεία του οποίου ο προσφεύγων βρέθηκε σε απόλυτη αδυναμία προσκόμισης των εν λόγω εγγράφων.»

Με βάση τα παραπάνω, απόκλιση από το τεκμήριο της νόμιμης κοινοποίησης λόγω ανωτέρας βίας θα μπορούσε να δεκτή μονάχα σε ακραίες περιπτώσεις. αν ένας κάτοικος μιας απομακρυσμένης περιοχής δεν είχε πρόσβαση στο διαδίκτυο για πολλές ημέρες λόγου χάρη ή αν ο λογιστής ενός ηλικιωμένου προσώπου, που είχε αναλάβει εκ μέρους του τον έλεγχο των ηλεκτρονικών του μηνυμάτων, είχε περιέλθει σε κατάσταση απόλυτης αδυναμίας άσκησης του επαγγέλματός του.

Συμπερασματικά, υπό το νέο καθεστώς των ψηφιακών κοινοποιήσεων πρέπει να δίνεται πολύ μεγάλη προσοχή από τους φορολογουμένους, ώστε να μην απωλέσουν προθεσμίας και δικαιώματα. Αν η ψηφιακή κοινοποίηση συντελεστεί νόμιμα, ο φορολογούμενος δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν έκανε πράγματι «κλικ» και δεν απέκτησε πρόσβαση στο περιεχόμενο της πράξης.

Σχολιάστε