Με την υπ’ αρίθμ. 7/2012 εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δόθηκαν διευκρινήσεις σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας, που προβλέπει γνωστοποίηση πληροφοριών από τις ΔΟΥ σχετικά με την περιουσιακή κατάσταση των υπόχρεων προς διατροφή προσώπων. Ακολουθεί απόσπασμα της σχετικής εγκυκλίου:
Κατά τη διάταξη του άρθρου 25 3 4 εδ.β’ Ν.1756/1988 «Περί Κώδικα Οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης των δικαστικών λειτουργών» ο εισαγγελέας πρωτοδικών δικαιούται να παραγγέλλει στις υπηρεσίες του δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των οργανισμών κοινής ωφέλειας και όλων γενικά των επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα, να παραδώσουν έγγραφα ή να χορηγήσουν αντίγραφά τους, όταν το ζητήσουν νομικά ή φυσικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα ή έννομο συμφέρον, εκτός αν πρόκειται για έγγραφα από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 261 του Κ.Π.Δ.
Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 1445 Α.Κ., ο καθένας από τους πρώην συζύγους είναι υποχρεωμένος να δίνει στον άλλο ακριβείς πληροφορίες για την περιουσία του και τα εισοδήματά του, εφόσον είναι χρήσιμες για τον καθορισμό του ύψους της διατροφής. Με αίτηση ενός από τους πρώην συζύγους, που διαβιβάζεται μέσω του αρμόδιου εισαγγελέα, ο εργοδότης, η αρμόδια υπηρεσία και ο αρμόδιος οικονομικός έφορος είναι υποχρεωμένοι να δίνουν κάθε χρήσιμη πληροφορία για την περιουσιακή κατάσταση του άλλου συζύγου και προπάντων για τα εισοδήματά του.
Τέλος κατά το άρθρο 51 παρ. 7α Ν. 3842/2010 κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η χορήγηση στοιχείων ακινήτων των φορολογουμένων και στις περιπτώσεις που ορίζονται από το άρθρο 1445 Α.Κ.
Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η γνωστοποίηση από τις Δ.Ο.Υ. των σχετικών με την περιουσιακή κατάσταση των υποχρεών προς διατροφή προσώπων πληροφοριών, προκειμένου να καθορισθεί το ύψος της, κατόπιν παραγγελίας του αρμοδίου εισαγγελέα Πρωτοδικών, είναι υποχρεωτική και σε περίπτωση άρνησης οι αρμόδιοι υπάλληλοι υπέχουν ποινική ευθύνη (παράβαση του άρθρο169 Π.Κ. και υπό προϋποθέσεις του άρθρου 259 π.κ.).
Παρατηρείται, όμως το φαινόμενο οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. να γνωστοποιούν μόνο τα εισοδήματα των υποχρέων διατροφής προσώπων και όχι τα λοιπά περιουσιακά τους στοιχεία (όπως ακίνητα κλπ.). με αποτέλεσμα να μην αποτυπώνεται η πραγματική οικονομική κατάσταση των υποχρέων προς διατροφή προσώπων και εν τέλει ο ορθός καθορισμός του ύψους της, ή και να αρνούνται ρητά υποστηρίζοντας ότι η γνωστοποίηση των εν λόγω στοιχείων επιτρέπεται μόνο όταν η αιτούμενη διατροφή αφορά τον έναν από τους πρώην συζύγους και όχι άλλα πρόσωπα.
Η θέση αυτή όμως δεν στηρίζεται σε διάταξη νόμου, αλλά είναι αυθαίρετη, δεδομένου ότι για την ταυτότητα του νομικού λόγου οι πιο πάνω διατάξεις έχουν εφαρμογή σε κάθε περίπτωση που ζητείται διατροφή καθ’ όσον διαφορετικά δεν θα ήταν δυνατόν από τα δικαστήρια να καθορίσουν το ύψος της.