Η υπ’ αριθμ. 12945/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης έθεσε με ιδιαίτερα συνοπτικό και εύληπτο τρόπο ορισμένα από τα κριτήρια που αξιοποιεί η νομολογία για να προσδιορίσει τα εισοδήματα του υπoχρέου για την καταβολή διατροφής, όταν υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη αφανών εσόδων του. Ακολουθεί το σχετικό απόσπασμα:
Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των ανωτέρω αποδεικτικών μέσων, λαμβανομένων δε υπόψη της θέσης, της φήμης και σταθερής πελατείας της προαναφερόμενης επιχείρησής του, στην οποία απασχολείται πλην των τριών συνιδιοκτητών της και προσωπικό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο εναγόμενος (υπό στοιχείο α` αγωγής) α) ανταποκρίνεται στην εξόφληση των κάθε είδους φορολογικών, ασφαλιστικών και εν γένει οικονομικών υποχρεώσεών του, αφού δεν αποδείχθηκε ότι διατηρεί οφειλές προς το Δημόσιο, τους ασφαλιστικούς οργανισμούς ή τρίτους, β) προέβη όλως πρόσφατα στην αγορά δίκυκλης μοτοσικλέτας, μεγάλου κυβισμού, η εμπορική αξία της οποίας, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, ανέρχεται σε αρκετές χιλιάδες ευρώ, ακόμη και μεταχειρισμένη, και δη εντός μίας χρονιάς, κατά την οποία, σύμφωνα με τον προαναφερόμενο μάρτυρα και λογιστή του τα ετήσια έσοδά του αναμένονται κάτω του ποσού των 3.700,00 ευρώ, και γ) μέχρι και τον Αύγουστο του έτους 2016, αλλά και τα δύο προηγούμενα έτη, προέβαινε σε καταβολή διατροφής για τον ανήλικο υιό του ποσού 340,00 ευρώ, χωρίς, μάλιστα, να υποχρεώνεται προς τούτο με δικαστική απόφαση για το τελευταίο έτος, αναλώνοντας το σύνολο σχεδόν του μηνιαίου εισοδήματος του, χωρίς να αποδειχθεί ότι υποβλήθηκε αντίστοιχα σε οποιεσδήποτε στερήσεις, το Δικαστήριο καταλήγει στην κρίση ότι ο εναγόμενος (υπό στοιχείο α` αγωγής) αποκερδαίνει από τη συμμετοχή του στην προαναφερόμενη ομόρρυθμη εταιρία καθαρό ποσό μη υπολειπόμενο των 2.000,00 ευρώ μηνιαίως, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, δοθέντος ότι οι προσφερόμενες από την ανωτέρω επιχείρηση υπηρεσίες παροχής γευμάτων συνιστούν υπηρεσίες που δεν έχουν πληγεί σημαντικά, ιδίως όταν χαρακτηρίζονται από ποιότητα, όπως εν προκειμένω, αφού αφορούν στην κάλυψη της πρώτιστης ανάγκης διατροφής, ώστε ακόμη και η δυσμενής υφιστάμενη, γενικευμένη οικονομική συγκυρία δεν δύναται να επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό τον τρόπο άσκησης της εμπορικής του δραστηριότητας, ώστε γα περιορίσει το εισόδημα που αποκερδαίνει από την άσκηση της ως άνω επιχειρηματικής δραστηριότητας σε ποσό μικρότερο του προαναφερόμενου, ενόψει και του ότι η εν λόγω επιχείρηση εδραιώθηκε κατά τη διάρκεια της συγκυρίας αυτής.