Σύντομη επισκόπηση πρόσφατης νομολογίας οικογενειακού δικαίου, μέρος δεύτερο

ΕφΑθηνών 5887/2018

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο έκρινε επί του ευαίσθητου ζητήματος της μεταθανάτιας τεχνητής γονιμοποίησης και με την απόφαση του υπερέβη την στενή γραμματική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 1457 περ. β., σύμφωνα με την οποία η τεχνητή γονιμοποίηση μετά το θάνατο του συζύγου επιτρέπεται μόνο εάν ο τελευταίος είχε συναινέσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο σε αυτή. Πιο συγκεκριμένα, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση και να επιτραπεί στην αιτούσα, με την παροχή της αιτούμενης άδειας, να προβεί σε τεχνητή (εξωσωματική) γονιμοποίηση μετά το θάνατο του συζύγου της, παρά το γεγονός ότι η συναίνεση του τελευταίου δεν είχε δοθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο, όπως προβλέπεται στο άρθρο άρθρο 1457 ΑΚ, αλλά είχε ρητά και εγγράφως εκφραστεί στο έντυπο συγκατάθεσης για κρυοσυντήρηση σπέρματος της Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.

Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε ότι: «…Λαμβανομένων τούτων υπόψη και συγκεκριμένα: α) του θανάτου του συζύγου, β) της αποδεδειγμένης προϋπάρχουσας ασθένειας του συζύγου με κίνδυνο στειρότητας ή κίνδυνο θανάτου, γ) της διακαούς διάθεσης του ζεύγους για απόκτηση τέκνων, δ) της ύπαρξης έγγραφης συναίνεσης του ζεύγους στην κρυοσυντήρηση και κατάψυξη του σπέρματος του συζύγου ακόμη και μετά το θάνατό του, για χρησιμοποίηση σε εξωσωματική γονιμοποίηση με το γεννητικό υλικό της συζύγου, που τέθηκε ενυπόγραφα από τους συζύγους σε προδιατυπωμένο έντυπο του Κέντρου Εξωσωματικής Αθηνών, ενώπιον της μάρτυρος και αρμόδιας υπαλλήλου του Κέντρου ……… και ε) της έλλειψης νομικών γνώσεων των συζύγων, αβίαστα συνάγεται ότι η αληθής βούληση του θανόντος συζύγου της αιτούσας και της ίδιας, ήταν η χρησιμοποίηση των μη αναλωθέντων κρυοσυντηρημένων σπερμάτων του να γίνει και μετά το θάνατό του, οποτεδήποτε ζητηθεί απ’ αυτήν για εξωσωματική γονιμοποίηση με το δικό της γεννητικό υλικό, η δε μη ύπαρξη συμβολαιογραφικού εγγράφου οφείλεται σε δικαιολογημένη άγνοιά τους, προϋπόθεση, την οποία, αν γνώριζαν, είναι βέβαιο ότι θα είχαν τηρήσει…»

ΜΠρΑθηνών 5759/2017 (Ασφ. Μ)

Το Δικαστήριο δέχτηκε ότι πιθανολογήθηκε ότι ο καθ’ ου η αίτηση εμφανίζεται συχνά στον τόπο εργασίας της αιτούσας – πρώην συντροφου του, αλλά και στην κατοικία της, υβρίζοντας αυτήν, καθώς και ότι εμφανίζει εκρήξεις θυμού, τις οποίες μάλιστα εκδηλώνει ενίοτε και ενώπιον του ανηλίκου τέκνου τους. Ανέκυψε επομένως, σύμφωνα με τη δικανική κρίση, επείγουσα ανάγκη προσωρινής ρυθμίσεως της καταστάσεως με τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το Δικαστήριο απαγόρευσε προσωρινά στον καθ’ ου η αίτηση, να προσβάλλει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την αιτούσα στην προσωπικότητά της καθώς και να την παρενοχλεί στο χώρο της κατοικίας, όσο και στο χώρο της εργασίας της.

ΜΠρΛιβαδιάς 61/2017

Με την εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο ρύθμισε το δικαίωμα επικοινωνίας του αιτούντος – πατέρα με τις ανήλικες θυγατέρες του, ηλικίας 16 και 13 ετών, παρότι εκείνες κατά την επικοινωνία τους με το Δικαστή εξέφρασαν άρνηση να επικοινωνούν μαζί του, χωρίς όμως να του καταλογίζουν αρνητική συμπεριφορά απέναντί τους. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι ο αιτών είναι καλός και υπεύθυνος πατέρας και ενδιαφέρεται για την οικογένεια και τα τέκνα του, και απέδωσε την αρνητική στάση των ανηλίκων τέκνων απέναντι στο πρόσωπό του, στον ψυχολογικό πόλεμο που έχει ανοίξει και εξακολουθεί να μαίνεται μεταξύ των διαδίκων, στην δικαστική διαμάχη από το καλοκαίρι του 2016 την οποία παρακολουθούν τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων και με την παρουσία τους στο δικαστήριο, σε συνδυασμό με τον κλειστό χαρακτήρα του αιτούντος. Ειδικότερα, έγιναν δεκτά τα εξής: «…οι ανήλικες θυγατέρες τους, που έχουν ταυτιστεί και λόγω του φύλου τους με την καθ’ ης μητέρα τους, με την οποία έχουν καλή επικοινωνία και της συμπαραστέκονται, απομακρύνθηκαν ψυχικά από τον πατέρα τους, τον οποίο αρνούνται να δουν επειδή τον θεωρούν υπαίτιο για τις μεταξύ τους σχέσεις. Να σημειωθεί ότι ο αιτών είναι υπεύθυνος και καλός πατέρας που ενδιαφέρεται για την οικογένειά του και τα παιδιά του, ωστόσο δεν έχει καταφέρει εν μέσω των προφορικών – συναισθηματικών του προβλημάτων ιδίως στη σχέση του με την καθ’ ης, να βρει δίαυλο επικοινωνίας με τις ανήλικες θυγατέρες τους, οι οποίες πρέπει να σημειωθεί ότι είναι ώριμα και συγκροτημένα παιδιά για την ηλικία τους και με καλές επιδόσεις στο σχολείο τους. Παρότι οι τελευταίες εξέφρασαν την άρνησή τους να επικοινωνούν με τον πατέρα τους, δεν είχαν να του καταλογίσουν παρά μόνο την αδυναμία του να «επικοινωνήσει» μαζί τους και να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του γι’ αυτές. Ωστόσο κατά την κρίση του δικαστηρίου η επικοινωνία με τον αιτούντα πατέρα τους θα επηρεάσει θετικά την ομαλή ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη και την προσωπικότητά τους και ως εκ τούτου κατά την κρίση του δικαστηρίου πρέπει να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του αιτούντος με τις θυγατέρες του γιατί είναι προς το συμφέρον αυτών. Συνακόλουθα πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση του αιτούντος και να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας με τα ανήλικα τέκνα του…».

Επιπροσθέτως, με την εν λόγω απόφαση έγινε δεκτό ότι υπήρξε συμβολή του αιτούντος κατά ποσοστό 76% στην αύξηση της περιουσίας της καθ’ ης – εν διαστάσει συζύγου του, που προήλθε από την απόκτηση της κοινής συζυγικής οικίας αποκλειστικά στο όνομά της, και του χορηγήθηκε άδειας εγγραφής δεύτερης προσημείωσης υποθήκης στο ακίνητο της καθ’ ης. Στο σκεπτικό της απόφασης σημειώνονται τα εξής: «…Η αξίωση εκ της ΑΚ 1400 πριν από την αμετάκλητη λύση ή ακύρωση του γάμου αλλά και πριν την παρέλευση τριετίας από το χρόνο διάστασης των συζύγων είναι δικαίωμα το οποίο πηγάζει απευθείας από το νόμο και όχι από δικαιοπραξία και συνεπώς κατά νομική ακριβολογία δεν πρόκειται για δικαίωμα υπό αίρεση δικαίου, το οποίο πριν την αμετάκλητη λύση του γάμου ή την παρέλευση τριετίας από τη διάσταση των συζύγων είναι ανολοκλήρωτο, ατελές και συνεπώς μη δικαστικώς επιδιώξιμο. Έτσι κατ’ αποτέλεσμα πριν συντελεσθούν τα γεγονότα αυτά ο σύζυγος έχει απλώς δικαίωμα προσδοκίας το οποίο δεν εξομοιώνεται προς το υπό αίρεση δικαίωμα οπότε δεν είναι δυνατόν ο μέλλων δικαιούχος σύζυγος να εγείρει σχετική αγωγή ούτε και με την επίκληση της ΚΠολΔ. Ωστόσο υφίσταται δικαίωμα προσδοκίας το οποίο προστατεύεται και προσωρινώς (βλ. Γεωργίου Ασφαλιστικά Μέτρα II Ερμηνεία κατ’ άρθρο 682 ΚπολΔ σελ 38- 39)…»

ΜΠρΒόλου 147/2018 (Ασφ. Μ.)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αιτών ζήτησε να ρυθμιστεί προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα του, τα οποία διαμένουν με τη μητέρα τους, επικαλούμενος επείγουσα περίπτωση. Το Δικαστήριο δέχτηκε ότι κατά τους τελευταίους δεκαοκτώ τουλάχιστον μήνες έχει διακοπεί η προσωπική επικοινωνία του αιτούντος με τα τέκνα του, τα οποία έχουν αποξενωθεί από τον πατέρα τους και οι ψυχικοί και συναισθηματικοί δεσμοί τους με αυτόν έχουν διαρραγεί, όπως τούτο διαπιστώθηκε και κατά την επικοινωνία του συγκροτούντος το Δικαστήριο τούτο Δικαστή με τα ανήλικα τέκνα. Υπ’ αυτά τα δεδομένα, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν συντρέχει επείγουσα περίπτωση, που κατ’ άρθρο 682 § 1 ΚΠολΔ είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την λήψη ασφαλιστικών μέτρων, αφού από τη διακοπή της επικοινωνίας του αιτούντος με τα τέκνα του παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα (18 και πλέον μηνών), χωρίς ο αιτών να επιδιώξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για προσωρινή ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα του. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, κρίνοντας ότι η αδικαιολόγητη και μακράς διάρκειας καθυστέρηση άσκησης της υποδηλώνει έλλειψη επείγουσας περίπτωσης (βλ. ΜΠρΘεσ 3086/2016, ΜΠρΠειρ 323/2015 και 2150/2014 τ.ν.π. ΔΣΑ, ΜΠρΡοδ 1447/2007 τ.ν.π. ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, το Δικαστήριο απέρριψε την ανταίτηση της καθής η αίτηση – μητέρας των ανηλίκων τέκνων, την οποία άσκησε προφορικώς στο ακροατήριο, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, και με την οποία ζήτησε, υπό την ιδιότητά της ως έχουσα την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων της, δηλαδή ως νόμιμη εκπρόσωπος αυτών, να της επιδικαστεί προσωρινά διατροφή για λογαριασμό τους. Ειδικότερα, στο σκεπτικό της απόφασης σημειώνεται ότι «…στις δίκες επικοινωνίας ανηλίκων, ενάγοντες ή εναγόμενοι (αιτούντες ή καθών) δεν είναι οι ανήλικοι, αφού δεν είναι αυτοί υποκείμενα του επιδίκου δικαιώματος, αλλά ατομικά εκείνοι, οι οποίοι αξιώνουν ή έναντι των οποίων αξιώνεται το εν λόγω δικαίωμα επικοινωνίας, δηλαδή οι γονείς συνήθως των ανηλίκων. Επομένως, στην παραπάνω αίτηση περί επικοινωνίας του αιτούντος με τα ανήλικα τέκνα του, διάδικοι είναι ατομικά ο αιτών πατέρας τους και η καθής μητέρα τους. Στην υπό κρίση ανταίτηση όμως της καθής κατά του αιτούντος περί επιδικάσεως προσωρινής διατροφής για τα ανήλικα τέκνα τους, υπό την ιδιότητα αυτής ως έχουσας την επιμέλεια αυτών, ήτοι ως νομίμου εκπροσώπου τους, διάδικοι είναι τα ανήλικα τέκνα, τα οποία απλώς εκπροσωπούνται από την καθής – ανταιτούσα, και ο αιτών – καθού η ανταίτηση…» Συνεπώς, το Δικαστήριο απέρριψε την εν λόγω ανταίτηση ως απαράδεκτη, διότι δεν υφίσταται η επιβαλλόμενη ταυτότητα προσώπων αιτήσεως και ανταιτήσεως για την άσκηση της τελευταίας.(Δ. Κράνης, Ζητήματα ανταίτησης στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ΝοΒ 2015, ιδίως σελ. 1435-1436, όπου και παραπομπές στη νομολογία και θεωρία).

ΜΠρΑθηνών 3424/2018 (Ασφ. Μ.)

Στην συγκεκριμένη περίπτωση το Δικαστήριο έκρινε επί της αιτήσεως του μη έχοντος την επιμέλεια πατέρα του ανηλίκου τέκνου, για παράδοση του διαβατηρίου του τελευταίου, κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας, προκειμένου να μεταβεί κατά το διάστημα της επικοινωνίας του με το τέκνο στο εξωτερικό για ταξίδι αναψυχής. Πιο συγκεκριμένα, το Δικαστήριο έκρινε ότι πιθανολογήθηκε ότι ο αιτών έχει προγραμματίσει ταξίδι στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Euro Disney – Disneyland, μαζί με την ανήλικη κόρη του, κατά τις θερινές διακοπές και δη κατά την περίοδο από 17 Αυγούστου έως 1 Σεπτεμβρίου του έτους 2018, ήτοι σε ημέρες κατά τις οποίες έχει δικαίωμα, με βάση την υπ’ αριθμ. 466/2017 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, να ασκήσει το δικαίωμα της επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του. Το Δικαστήριο έκρινε ότι : “…Δεν συντρέχει κανένας απολύτως κίνδυνος για το ανήλικο τέκνο από τη μετάβασή του με τον πατέρα του στην πόλη του Παρισιού, προκειμένου να επισκεφθεί τον ως άνω προορισμό, ο οποίος, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποτελεί πόλο έλξης πολλών παιδιών στην ηλικία του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων. Άλλωστε, δεν πιθανολογήθηκε ότι υπάρχει οποιαδήποτε απαγόρευση στον αιτούντα πατέρα να μεταβεί με το ανήλικο τέκνο του στο εξωτερικό, ενώ με την ως άνω απόφαση με την οποία ορίσθηκε το δικαίωμα επικοινωνίας δεν ορίσθηκε κάποιος συγκεκριμένος τόπος ως τόπος όπου θα πραγματοποιείται η εν λόγω επικοινωνία. Σε κάθε δε περίπτωση αποτελεί δικαίωμα του δικαιούχου της επικοινωνίας γονέα να εκτελέσει αυτήν σε οποιονδήποτε τόπο, εφόσον τούτο δεν είναι αντίθετο προς το συμφέρον του τέκνου και δεν προκύπτει κάποιος κίνδυνος γι’ αυτό, γεγονότα τα οποία δεν πιθανολογήθηκαν εν προκειμένω, όπως ήδη εκτέθηκε ανωτέρω…’’ Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω και της συντρέχουσας επείγουσας περίπτωσης, το Δικαστήριο υποχρέωσε την καθ’ ης η αίτηση μητέρα του ανήλικου τέκνου να παραδώσει προσωρινά στον αιτούντα το διαβατήριο του ανηλίκου τέκνου τους, προκειμένου το τελευταίο να μεταβεί με τον αιτούντα πατέρα του, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 17ης Αυγούστου και 1ης Σεπτεμβρίου, στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Euro Disney – Disneyland, ενώ υποχρέωσε τον αιτούντα, κατά την παράδοση του τέκνου στην οικία της καθ’ ης η αίτηση μητέρας του, κατά το ανωτέρω καταληκτικό χρονικό σημείο, να της παραδώσει και το διαβατήριο.

Σημειώνεται, όμως, πως στην υπ’ αριθμ. 3888/2018 ΜΠρ (Ασφ.Μ.) Αθηνών το αίτημα του αιτούντος-πατέρα να λάβει μέσω της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων άδεια να μεταβεί στην Αίγυπτο με την θυγατέρα του προκειμένου η τελευταία να αποκτήσει επαφή με τους λοιπούς συγγενείς του και τον πολιτισμό της Αιγύπτου απορρίφθηκε, καθώς κρίθηκε πως τα επικαλούμενα γεγονότα δεν θεμελιώνουν επείγουσα περίπτωση.

ΜΠρΛαμίας 295/2017 (Ασφ. Μ.)

Το Δικαστήριο ανέθεσε προσωρινά την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων, αγοριού 7 ετών και κοριτσιού 4 ετών, στον πατέρα τους, επειδή η μητέρα τους νοσηλεύθηκε και διαγνώσθηκε με ψυχωσική διαταραχή και σε προηγούμενο χρονικό διάστημα, όταν της είχε ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια, παρεμπόδιζε συστηματικά την επικοινωνία του πατέρα με τα τέκνα. Ειδικότερα το Δικαστήριο έκρινε ότι, παρότι η μητέρα των ανηλίκων τέκνων αγαπά και επιθυμεί να τα φροντίσει, δεν είναι σε θέση να διακρίνει το συμφέρον αυτών, με αποτέλεσμα να παρατείνει έκρυθμες καταστάσεις και σε πολλές περιπτώσεις να χρησιμοποιεί τα ανήλικα ως μέσο για να εκτονώσει την προσωπική οργή, που τρέφει για τον σε διάσταση σύζυγο της και πατέρα των ανήλικων (αιτούντα). Περαιτέρω, εκτιμώντας ότι η μητέρα των ανηλίκων τέκνων δεν περιέλαβε στην αίτησή της αίτημα επικοινωνίας της με αυτά, σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος ανάθεσης της επιμέλειας τους στην ίδια, και ότι το Δικαστήριο μπορεί να προβεί και αυτεπαγγέλτως στη ρύθμιση της επικοινωνίας σε κάθε απόφαση σχετιζόμενη με την άσκηση της γονικής μέριμνας, δηλαδή ακόμη και χωρίς να υποβληθεί σχετικό αίτημα εκ μέρους των γονέων, εφόσον η ρύθμιση επιβάλλεται από λόγους αναγόμενους στο συμφέρον του τέκνου (Πουλιάδη στον ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου άρθρο 1520 αρ. 7, ΜονΠρΘεσ 45731/2006, ΤΝΠ Νόμος), το Δικαστήριο ρύθμισε προσωρινά το δικαίωμα της επικοινωνίας της μητέρας των ανηλίκων τέκνων με αυτά, κρίνοντας ότι «…θα αποβεί επωφελής και σύμφωνη με το συμφέρον αυτών, ώστε να διατηρήσουν τη σχέση τους με τη μητέρα τους, αλλά παράλληλα να προστατευτούν από ακραίες καταστάσεις, όπως αυτές που έχουν συμβεί στο κοντινό παρελθόν…».-

ΜΠρΠατρών 526/2018

Το Δικαστήριο ρύθμισε με την συγκεκριμένη απόφαση το δικαίωμα επικοινωνίας της ενάγουσας με το ανήλικο εγγόνι της. Ειδικότερα, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι η εναγομένη ως αποκλειστικώς ασκούσα εκ του νόμου τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της, κατοικεί μαζί μ’ αυτό στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α., ενώ διαμένουν, όταν επιστρέφουν στην Ελλάδα, στην ευρισκόμενη στην Πάτρα πατρική της οικία. Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι ο πατέρας του ανήλικου τέκνου έχει προβεί στην εκούσια αναγνώριση του ως πατέρας αυτού, με αποτέλεσμα το τελευταίο να εξομοιούται προς τέκνο γεννημένο εντός γάμου. Επομένως, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ελληνικής ιθαγένειας και κατοικούσα στην Πεύκη Αττικής ενάγουσα, ως γιαγιά της πατρικής γραμμής του ανήλικου τέκνου, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας αυτής με τον ανήλικο εγγονό της, η οποία συμβάλλει στην ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητας του τελευταίου. Το Δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «…Το συμφέρον της ομαλής ψυχικής και συναισθηματικής ανάπτυξης του προμνημονευθέντος ανήλικου τέκνου περιλαμβάνει εν άλλοις λόγοις την επικοινωνία με τη γιαγιά της πατρικής του γραμμής κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην αποξενωθούν καινά μην καταστεί επαχθής για την ψυχική υγεία του τέκνου η απομάκρυνση του από εκείνη, που το αγαπά. Αποβαίνει έτσι άνευ αντικειμένου η υποχρεωτική επικοινωνία του δικάζοντος Δικαστηρίου με το προειρημένο ανήλικο τέκνο, προκειμένου το τελευταίο να εκφρασθεί σχετικά και να ληφθεί υπόψη η γνώμη του (ά. 612 ΚΠολΔ), ενώ δε συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος αποκλεισμού της εν θέματι επικοινωνίας…»

ΜΠρ(Ασφ.Μ.)Αθηνών 8255/2018

Η εν λόγω απόφαση δέχτηκε ότι το γεγονός ότι η καθής η αίτηση-μητέρα των ανηλίκων τέκνων διατηρούσε εξωσυζυγικό δεσμό, δεν επαρκούσε για να διαμορφώσει το Δικαστήριο τη δικανική πεποίθηση περί ακαταλληλότητας της για την άσκηση της επιμέλειας τους, εφόσον δεν πιθανολογήθηκε ότι εξαιτίας του εν λόγω γεγονότος παραμελούσε τη φροντίδα και την ανατροφή των τέκνων. Έτσι μετά μετά την έκδοση συναινετικού διαζυγίου έλαβε χώρα εκ νέου ανάθεση της επιμέλειας ανηλίκων (προπηνιακής ηλικίας) τέκνων στη σύζυγο, η οποία μετεγκαταστάθηκε μόνιμα στην Καβάλα, ενώ ο τόπος διαμονής του πατέρα είναι η Αθήνα.

Επιπλέον, το Δικαστήριο ρύθμισε το διακαίωμα επικοινωνίας των ανήλικων τέκνων με τον αιτούντα-παρτέρα τους, κρίνοντας ότι τα ανήλικα τέκνα, λόγω της πολύ μικρής ηλικίας που βρίσκονται, θα υποστούν έντονη σωματική και ψυχική ταλαιπωρία κατά τις συνεχείς μεταβάσεις τους από την Καβάλα, όπου διαμένουν με την μητέρα τους, στην Αθήνα, όπου διαμένει ο αιτών, κάθε πρώτη και τρίτη Παρασκευή εκάστου μηνός. Για το λόγο αυτό το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η επικοινωνία του αιτούντος με τα εν λόγω τέκνα του θα διεξάγεται προσωρινά κατά τις ημέρες αυτές, με έξοδα και δαπάνες της καθής η αίτηση, είτε στην Αθήνα, είτε στην Καβάλα, όπου αυτός (αιτών) θα μεταβαίνει για το σκοπό αυτό, προκειμένου να αποφευχθούν οι συνεχείς μετακινήσεις των τέκνων.

ΤρΕφ Δυτικής Μακεδονίας 2/2017

Η αγορά διαμερίσματος με χρήματα του συντρόφου προσώπου, που βρίσκεται σε ελεύθερη ένωση (συζεί, δηλαδή, χωρίς γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης με άλλο πρόσωπο), μπορεί να θεωρηθεί πως συνιστά αδικαιολόγητο πλουτισμό. Στην συγκεκριμένη υπόθεση κρίθηκε ότι, λόγω του μεταξύ τους δεσμού εμπιστοσύνης, η ενάγουσα πίστευε βάσιμα ότι παρέχοντας τα χρήματα στον σύντροφό της θα εξασφαλιζόταν η συμβίωση και η διαμονή τους εφ’ όρου ζωής ως ζευγάρι στο διαμέρισμα αυτό, κατά δε την ημέρα του θανάτου του συντρόφου της έληξε η νόμιμη αιτία, για την οποία δόθηκαν τα χρήματα.

Ασκούμενη Δικηγόρος

Ελευθερία Αγγελούδη

Σύντομη επισκόπηση πρόσφατης νομολογίας οικογενειακού δικαίου

ΜΠρΑθ 4809/2017 (Ασφ. Μ)

Στο σκεπτικό της συγκεκριμένης απόφασης σημειώνεται ότι στην διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων αρκεί η πιθανολόγηση των ισχυρισμών και έτσι το δικαστήριο δεν έχει την υποχρέωση να εφαρμόσει τις διατάξεις που ισχύουν για την αποδεικτική διαδικασία, τα αποδεικτικά μέσα και τη δύναμη τους, αλλά λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε μέσα κρίνει κατάλληλα για να σχηματισθεί πιθανότητα σχετικά με την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών (άρθρ. 347, 690 § 1, 691 § 1 ΚΠολΔ, βλ. σχετ. ΑΠ 950/2009 ΝοΒ 2009, 2179, ΑΠ 499/2007 ΝοΒ 2007, 1652), οι δε ένορκες βεβαιώσεις είναι παραδεκτές και χωρίς την κλήτευση ακόμα του αντιδίκου (βλ. ΑΠ 12/2015 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 881/2013 ΝοΒ 2013, 61).

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο ανέθεσε προσωρινά την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων στην μητέρα τους, παρότι πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας και της έχει αναγνωρισθεί αναπηρία 80% για ασφαλιστικούς λόγους, διότι κρίθηκε ότι διατηρεί ικανή σωματική λειτουργικότητα, ενώ η επιμέλεια απαιτεί πρωτίστως την ψυχική, συναισθηματική και πνευματική συμμετοχή των γονέων. Συνακόλουθα απέρριψε το αίτημα του αιτούντος –πατέρα των ανηλίκων τέκνων, για την προσωρινή αφαίρεση της επιμέλειας από την αιτούσα, εξαιτίας της σωματικής αναπηρίας της, και την περαιτέρω ανάθεση της σε εκείνον, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη ότι ο ίδιος απουσιάζει αρκετές ημέρες κάθε μήνα στην Αγγλία για επαγγελματικούς λόγους και συνεπώς εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε τις ημέρες αυτές να ανταποκριθεί στην άσκηση της επιμέλειας των τέκνων.

Τέλος, το Δικαστήριο επιδίκασε διατροφή για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων, συνυπολογίζοντας τα δίδακτρα για τη φοίτησή τους σε ξενόγλωσσο ιδιωτικό σχολείο. Ειδικότερα, έκρινε ότι: «…Τα τέκνα των διαδίκων δεν έχουν εισοδήματα από περιουσία (πλην του παραπάνω ενοικίου που εισπράττει η αιτούσα και δαπανά για τη διατροφή τους), ενώ λόγω της ηλικίας τους και των αναγκών της εκπαίδευσης τους δεν μπορούν φυσικά να εργαστούν και επομένως έχουν αξίωση διατροφής απέναντι στους γονείς τους, καθένας από τους οποίους ενέχεται ανάλογα με τις δυνάμεις του. Τα τέκνα είναι μαθητές σε ιδιωτικό σχολείο και τα δίδακτρα για τη φοίτηση τους ανέρχονται, επιμεριζόμενα ανά μήνα, στο ποσό περίπου των 1.100 ευρώ για το καθένα. Κατά τα λοιπά οι δαπάνες συντήρησης και ανατροφής των τέκνων είναι οι συνήθεις παιδιών της αντίστοιχης ηλικίας και βιοτικού επιπέδου. Δεν κρίνεται απαραίτητη η συνεχής απασχόληση οικιακής βοηθού από την αιτούσα και η καταβολή για το λόγο αυτό αντίστοιχης μηνιαίας αμοιβής (ποσού μεταξύ 600 και 700 ευρώ), αφού η αιτούσα δεν εργάζεται και μπορεί, με τη βοήθεια και των συγγενικών της προσώπων (γονέων της που διαμένουν με εκείνη, καθώς και της αδελφής της), να ανταποκριθεί στις ανάγκες της οικίας της και στη φροντίδα των τέκνων…».

ΜΠρΑθ 4673/2017 (Ασφ.Μ)

Με τη συγκεκριμένη απόφαση το Δικαστήριο αποφάσισε, με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον των ανηλίκων τέκνων, ότι η ανάθεση της προσωρινής αποκλειστικής επιμέλειας τους έπρεπε να γίνει στην αιτούσα-μητέρα τους, η οποία πιθανολογήθηκε ότι ανατρέφει καλά τα παιδιά της, διαχειρίζεται ορθώς τα ζητήματα που τα απασχολούν και βρίσκεται ψυχικά και συναισθηματικά κοντά τους. Όσον αφορά στο ζήτημα της συμμετοχής της αιτούσας στην «ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ» και της απασχόλησης της με αυτήν, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι δεν πιθανολογήθηκε ότι προκαλεί κάποια αναστάτωση στα παιδιά, ούτε ότι αυτή παραβαίνει τα καθήκοντα της ως μητέρα. Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο αιτών –πατέρας τους, ουδέποτε έθεσε θέμα για την ακαταλληλότητα της αιτούσας να αναλάβει την επιμέλεια των ανηλίκων, ούτε πιθανολογήθηκε ότι κινδυνεύει η ψυχοσωματική τους ανάπτυξη εξαιτίας της, ενόψει και του ότι ο αιτών έρχεται σε επαφή με αυτά πολύ συχνά, από την έναρξη της διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων. Τέλος, το Δικαστήριο παραχώρησε προσωρινά τη χρήση της οικογενειακής οικίας, αποκλειστικής κυριότητας του πατέρα μαζί με τα έπιπλα και τα σκεύη που βρίσκονται σε αυτήν, στην αιτούσα-μητέρα προκειμένου να διαμείνει με τα τρία ανήλικα τέκνα των διαδίκων.

ΜΠρΠατρών 225/2018(Ασφ.Μ.)

Με την συγκεκριμένη απόφαση ανατέθηκε προσωρινά η αποκλειστική επιμέλεια ανήλικου τέκνου, γεννημένου εκτός γάμου και εκουσίως αναγνωρισθέντος από τον πατέρα του, σε αυτόν.

Από τη διάταξη 1515 ΑΚ προκύπτει ότι η γονική μέριμνα ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει εκτός γάμου των γονέων του, έχει δε αναγνωρισθεί εκουσίως από τον φυσικό του πατέρα, κατά τους όρους των άρθρων 1475-1476 του ΑΚ, ασκείται αποκλειστικά από τη μητέρα, ενώ στον εξ αναγνωρίσεως πατέρα επιφυλάσσεται ένας ρόλος αναπληρωματικός, αλλά και η δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να παραμερίσει δικαστικά το προνόμιο αυτό της μητέρας. Ειδικότερα, ο εξ αναγνωρίσεως πατέρας μπορεί να ασκεί τη γονική μέριμνα: α) αυτοδικαίως, αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας λόγω θανάτου ή κηρύξεως της σε αφάνεια ή ένεκεν εκπτώσεως της, κατ’ άρθρο 1510 παρ. 3 του ΑΚ, ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς (ανικανότητα ή περιορισμένη ικανότητα της για δικαιοπραξία) ή πραγματικούς λόγους (αποδημία της ή βαριά ασθένεια της), οπότε την αναπληρώνει ο ίδιος στην άσκηση της, β) σε κάθε άλλη περίπτωση με δικαστική απόφαση, η οποία εκδίδεται μετά από αίτηση του ιδίου του πατέρα, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Η δικαστική δε αυτή απόφαση μπορεί να αναθέτει την άσκηση της γονικής μέριμνας είτε αποκλειστικά στον εξ αναγνωρίσεως πατέρα, είτε από κοινού σ’ αυτόν και τη μητέρα, είτε να κατανείμει μεταξύ αυτών τις λειτουργίες της (Γεωργιάδη -Σταθόπουλου ΑΚ, άρθρο 1515, αριθ. 6-7).

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη το αληθινό συμφέρον του τέκνου των διαδίκων, το οποίο και αποτελεί απόλυτο κριτήριο προκειμένου το Δικαστήριο να αποφασίσει σχετικά με την ανάθεση της άσκησης της επιμέλειας της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων στο πρόσωπο εκείνου του γονέα, ο οποίος θα μπορεί να εξασφαλίσει την εν γένει ανάπτυξη αυτής και τη διατήρηση της σταθερότητας και συνέχειας στις συνθήκες ανάπτυξης της, έκρινε ότι ο αιτών –πατέρας- διαθέτει όλα εκείνα τα προσόντα που απαιτούνται, ούτως ώστε να ανταποκριθεί με επιτυχία στο λειτουργικό του έργο, καθόσον είναι στοργικός, εμφορείται από υπέρμετρα αισθήματα αγάπης προς το τέκνο του και άρα, πρέπει να ανατεθεί αποκλειστικά σ’ αυτόν η άσκηση της επιμέλειας της ανωτέρω ανήλικης, συντρέχουσας επείγουσας περίπτωσης ρύθμισης του θέματος της επιμέλειας του προσώπου της ανήλικης κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Περαιτέρω, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι ως προς τις λοιπές εκφάνσεις της άσκησης του δικαιώματος γονικής μέριμνας (διοίκηση της περιουσίας, εκπροσώπηση δικαστική ή εξώδικη), αυτές πρέπει προσωρινά να ασκούνται από κοινού από αμφότερους τους διαδίκους-γονείς, ώστε αφενός για να μην αποξενωθεί πλήρως η ανήλικη από την μητρική μέριμνα και αφετέρου για να αφυπνισθεί το ενδιαφέρον της καθ’ ης μητέρας και να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να έχει ουσιαστική επαφή με την ανήλικη θυγατέρα της ώστε να συμμετέχει σε σημαντικές αποφάσεις της ζωής της.

ΜονΕφΠατρών 137/2019

H εν λόγω απόφαση έκρινε επί του ζητήματος του δικαιώματος επικοινωνίας των απώτερων ανιόντων με το ανήλικο τέκνο. Ειδικότερα, στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται ότι κατά τη διατύπωση του άρθρου 1520 παρ. 2 Α.Κ, οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους απώτερους ανιόντες του, εκτός αν υπάρχει σοβαρός λόγος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, οι απώτεροι ανιόντες του ανήλικου τέκνου (παππούς και γιαγιά) έχουν ίδιο και αυτοτελές δικαίωμα, που πηγάζει ευθέως από το νόμο, προσωπικής επικοινωνίας με το τέκνο (εγγονό), ακόμη και σε περίπτωση θανάτου του ενός γονέα, που είναι παιδί τους. Σκοπός του δικαιώματος επικοινωνίας του απώτερου ανιόντος, όπως άλλωστε και του ίδιου του γονέα με το ανήλικο τέκνο, είναι η ικανοποίηση του φυσικού αισθήματος αγάπης μεταξύ αυτών και η αποτροπή της αμοιβαίας αποξένωσης τους, η οποία θα ασκούσε βλαπτική επίδραση στο συμφέρον του παιδιού. Στην προκειμένη περίπτωση το Δικαστήριο έκρινε ότι η εναγομένη-μητέρα του ανήλικου τέκνου παρεμπόδιζε την επικοινωνία του με την γιαγιά του-ενάγουσα, ενώ το συμφέρον του τέκνου επέβαλε να μην αποξενωθεί ψυχικά από την πατρική του οικογένεια, και εν τέλει ρύθμισε το δικαίωμα επικοινωνίας της γιαγιάς του-ενάγουσας με το ανήλικο τέκνο. Περαιτέρω, στην απόφαση αναφέρεται ότι η ελληνική ιθαγένεια θεμελιώνει δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων ακόμα και όταν οι γονείς ή το τέκνο δεν έχουν ούτε είχαν κατοικία ή διαμονή στην Ελλάδα.

ΜΠρ Αθ 1066/2018 (Ασφ.Μ.)

 Στην προκειμένη περίπτωση το Δικαστήριο δέχτηκε ότι μέτρο για τον προσδιορισμό του ύψους της διατροφής των ανήλικων τέκνων αποτελεί το επίπεδο ζωής τους, όπως αυτό έχει ήδη διαμορφωθεί. Ειδικότερα, το Δικαστήριο ανέθεσε προσωρινά την αποκλειστική επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων στον αιτούντα-πατέρα, και υποχρέωσε την μητέρα τους να καταβάλλει μηνιαία διατροφή τέτοιου ύψους, ώστε να μην είναι δυνατό να αντιληφθούν τα ανήλικα τέκνα τη μεταβολή της επιμέλειας από τον περιορισμό των παροχών που μέχρι τότε απολάμβαναν πλουσιοπάροχα, κρίνοντας ότι η ζωή τους θα πρέπει να είναι από υλικής απόψεως εξίσου ευτυχισμένη όπως και πρότερον. Επίσης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψιν το γεγονός ότι η μητέρα των ανηλίκων τέκνων είναι οικονομικά ισχυρότερη και ότι δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει η δική της διατροφή.

ΜΠρΑθ 1064/2018

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο ανέθεσε προσωρινά την αποκλειστική επιμέλεια των ανήλικων τέκνων στον πατέρα τους, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψιν την προσωπική επικοινωνία του δικαστή με τα ανήλικα τέκνα. Ειδικότερα, η ανήλικη κόρη των διαδίκων δήλωσε κατά την προσωπική της επικοινωνία με το Δικαστή, ότι θα προτιμούσε να μένει και με τους δύο γονείς της εναλλάξ, ένα µήνα µε τον ένα και ένα µε τον άλλο, ενώ ο ανήλικος υιός τους δήλωσε ότι επιθυµεί να ζήσει µε τον πατέρα του-, διότι στην αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε να μετακομίσει με την μητέρα του σε καινούριο σπίτι, να αλλάξει σχολείο και να χάσει την επαφή του με τους φίλους του. Επιπλέον, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι τα ανήλικα τέκνα, σε περίπτωση που θα ζήσουν µε την µητέρα τους, θα πρέπει να συµβιώσουν µε τον πατριό τους, πράγµα που µπορεί να διαταράξει τον ψυχισµό τους και να έχει ως αποτέλεσµα, λόγω της ιδιοσυστασίας του χαρακτήρα του, µεταγενέστερες δυσµενείς εκδηλώσεις. Ενόψει των ανωτέρω και µε γνώµονα το αληθινό συµφέρον των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, το Δικαστήριο έκρινε ότι, παρόλο που η καθ’ ης δεν παραµέλησε τα καθήκοντά της έναντι αυτών, η άσκηση της επιµέλειας των ανηλίκων, έπρεπε να ανατεθεί προσωρινά στον αιτούντα πατέρα τους.

ΜΠρΑθ 3129/2018

Στην προκειμένη περίπτωση το Δικαστήριο δέχτηκε ότι σε περίπτωση χρήσης ή εξάρτησης του ενάγοντος –πατέρα- των ανηλίκων τέκνων από ναρκωτικές ουσίες τίθεται το ζήτημα ως προς την καταλληλόλητα του σχετικά με την υπεύθυνη και προσήκουσα, προς το συμφέρον των τέκνων του, άσκηση και σε ποια έκταση του δικαιώματος της επικοινωνίας με αυτά. Ενόψει των αντικρουόμενων ισχυρισμών των διαδίκων επί του θέματος, και προκειμένου το Δικαστήριο να αχθεί σε ορθή κρίση ως προς το κρίσιμο θέμα της επικοινωνίας του ενάγοντος με τα ανήλικα τέκνα του, έκρινε απολύτως αναγκαία τη διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης σε αυτόν, διότι απαιτείται ειδική γνώση επιστήμης και τέχνης για την εξακρίβωση της χρήσης ή μη από τον ενάγοντα ναρκωτικών ουσιών ή της εξάρτησης του από αυτές, και σε περίπτωση διαπίστωσης από τον πραγματογνώμονα χρήσης ή εξάρτησης από ναρκωτική ουσία, την επίδραση αυτής (χρήσης ή εξάρτησης) στην ικανότητα του ενάγοντος να ασκήσει το δικαίωμα της επικοινωνίας με τα ανήλικα τέκνα του προς το συμφέρον τους και χωρίς οποιοδήποτε κίνδυνο για την ομαλή ψυχοσωματική τους ανάπτυξη.

Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε ότι «…κατά την διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης πρέπει να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην Α2Β ΟΙΚ/3982/87 απόφαση Υπ. Υγείας Πρόνοιας-Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η δε έκθεση πρέπει να διατυπωθεί σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην παραπάνω απόφαση. Ήτοι, πρέπει να προηγηθεί της πραγματογνωμοσύνης και να ληφθεί υπόψη σε αυτήν εργαστηριακός και κλινικός έλεγχος του ενάγοντος, σύμφωνα με την ως άνω υπουργική απόφαση, και ιδίως ΩΡΛ του εξέταση για τη διαπίστωση συνοδών ευρημάτων που μαρτυρούν την ενδορρινική χρήση κοκαΐνης δια ρινικής εισρόφησης. Στο δε εργαστηριακό έλεγχο μπορεί, κατά την κρίση του πραγματογνώμονα, να χρησιμοποιηθεί και η μέθοδος της τοξικολογικής ανάλυσης δειγμάτων τριχών του ενάγοντος, η οποία δεν προβλέπεται στην ως άνω υπουργική απόφαση αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργεί υποβοηθητικά των αναλύσεων του αίματος και των ούρων (βιολογικών υλικών) [βλ. σκέψη της με αριθ. 19/2010 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Λαμίας, στη ΑΠ 994/2011, ΤΝΠ Ισοκράτης)…»

Η συνέχεια εδώ.

Ασκούμενη Δικηγόρος,

Ελευθερία Αγγελούδη

Επικοινωνία γονέων και τέκνων μέσω βιντεοκλήσης

Με αφορμή την απόφαση 127/2017 του ΜπρΑθ, η οποία ρυθμίζει το ζήτημα της επικοινωνίας των ανηλίκων τέκνων με τον γονέα, που δεν έχει την επιμέλειά τους, μέσω προγραμμάτων ειδικού λογισμικού.

Το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) προβλέπει πως κάθε πρόσωπο δικαιούται σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής.

Σύμφωνα με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (βλ. μ.α. υπόθεση ΦΟΥΡΚΙΩΤΗΣ κατά της Ελλάδος) αν και το άρθρο 8 στοχεύει κατά κύριο λόγο να προφυλάξει τον ιδιώτη κατά των αυθαιρέτων παρεμβάσεων των δημοσίων εξουσιών, δεν αρκείται στο να διατάξει το Κράτος να απέχει από τέτοιες παρεμβάσεις: σε αυτήν την μάλλον αρνητική δέσμευση μπορούν να προστεθούν θετικές υποχρεώσεις σύμφυτες με έναν πραγματικό σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Αυτές μπορούν να συνεπάγονται την υιοθέτηση μέτρων που στοχεύουν στον σεβασμό της ιδιωτικής και της οικογενειακής ζωής, μέχρι και τις σχέσεις των ιδιωτών μεταξύ τους.

Σε περιπτώσεις, που εμπλέκονται ανήλικα τέκνα, τα συμφέροντά τους πρέπει να αποτελούν τον καθοριστικό παράγοντα για την λήψη της οποιασδήποτε αποφάσεως. Και το συμφέρον των γονέων, όμως, να απολαμβάνουν τακτικής επικοινωνίας με τα τέκνα τους, παραμένει ένας σημαντικός παράγοντας στην ισορροπία των διαφόρων συμφερόντων που εμπλέκονται.

Επισημαίνεται, επίσης, πως σε υποθέσεις οι οποίες σχετίζονται με την οικογενειακή ζωή, η διάρρηξη της επαφής με ένα πολύ μικρό παιδί μπορεί να οδηγήσει σε μία αυξανόμενη αλλοίωση της σχέσης του με τον γονέα του. Οι προοπτικές μιας οικογενειακής ένωσης θα εξασθενίσουν σταδιακά και θα καταλήξουν στο να εκμηδενιστούν εφόσον δεν επιτραπεί στους βιολογικούς γονείς και στα τέκνα να συναντούνται ή εφόσον συναντούνται τόσο αραιά που κανείς φυσιολογικός δεσμός δεν θα έχει πιθανότητες να δημιουργηθεί μεταξύ τους.

Με βάση τα παραπάνω καθίσταται σαφές πως το δικαίωμα της επικοινωνίας των γονέων με τα ανήλικα τέκνα τους (εφόσον δεν απειλείται η ψυχοσωματική υγεία των τελευταίων) αποτελεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα, το οποίο προστατεύεται από την ΕΣΔΑ.

Οι πρόσφατες, λοιπόν, αποφάσεις των ημεδαπών δικαστηρίων, όπως η 127/2017 του ΜπρΑθ, είναι βήματα αξιέπαινα, καθώς λαμβάνουν υπόψη την σύγχρονη τεχνολογική εξέλιξη και ρυθμίζουν το ζήτημα της επικοινωνίας των ανηλίκων τέκνων με τον γονέα, που δεν έχει την επιμέλειά τους, μέσω προγραμμάτων ειδικού λογισμικού. Με τον τρόπο αυτό διευρύνουν και προστατεύουν ουσιαστικά το δικαίωμα επικοινωνίας των γονέων με τα ανήλικα τέκνα τους.

Στην προαναφερθείσα, αλλά και σε άλλες συναφείς αποφάσεις, γίνεται ενδεικτική αναφορά σε προγράμματα, όπως το skype, τα οποία επιτρέπουν την οπτική επαφή μεταξύ των χρηστών τους έχοντας για τον λόγο αυτό ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με την κλασική τηλεφωνική επικοινωνία. Γίνεται, λοιπόν, δεκτό το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας των γονέων με τα ανήλικα τέκνα τους μέσω διαδικτυακής επικοινωνίας με την χρήση των καταλλήλων προγραμμάτων σε συγκεκριμένες ώρες και ημέρες.

Επιπλέον, ορίζεται πως ο γονέας, που ασκεί την επιμέλεια του ανηλίκου, θα πρέπει να φροντίζει ώστε εκείνο να βρίσκεται τις συγκεκριμένες ώρες και ημέρες σε κατάλληλο χώρο με πρόσβαση στο διαδίκτυο κ.ο.κ.  Σε κάθε περίπτωση λαμβάνεται υπόψη η ωριμότητα του ανηλίκου προκειμένου να γίνεται ορθή και ασφαλής χρήση των απαραιτήτων ηλεκτρονικών μέσων (ηλεκτρονικού υπολογιστή, tablet ή κινητού).

Συμπερασματικά, η επικοινωνία με τη χρήση τεχνολογικών μέσων θεωρείται από την πρόσφατη νομολογία ως ένα μέτρο, το οποίο μπορεί να συμβάλει στην σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ γονέων και ανηλίκων τέκνων, χωρίς να αντικαθιστά την φυσική μεταξύ τους επαφή. Σε περιπτώσεις, όμως, που λόγω αντικειμενικών συνθηκών (διαμονή στο εξωτερικό λ.χ.) η φυσική επαφή είναι για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα αδύνατη, η σημασία της είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Για περισσότερα ζητήματα οικογενειακού δικαίου πατήστε εδώ.