Διαφωνία γονέων ως προς την επιλογή σχολείου

Τον τελευταίο καιρό έχει εκδοθεί ένας σημαντικός αριθμός δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες προσπαθούν να εξισορροπήσουν τις εύλογες επιθυμίες των εβρισκόμενων σε διάσταση ή των διαζευγμένων γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων τους, έχοντας ως ως γνώμονα τα βέλτιστα συμφέροντά των τελευταίων. Μια τέτοια απόφαση είναι και η ΜΠρΑθ 4711/2016 (Ελληνική δικαιοσύνη 2017, σελ.1128 επ. με σημείωμα Γ. Βαλμαντώνη.), η οποία θίγει το μείζον ζήτημα της επιλογής του κατάλληλου εκπαιδευτικού ιδρύματος.

Κατά πάγια νομολογία, όταν η επιμέλεια ενός ανηλίκου τέκνου, έχει ανατεθεί, σε περίπτωση διάστασης των γονέων, με δικαστική απόφαση σε ένα από τους γονείς, τότε αυτός έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει μόνος του, για τα τρέχοντα και καθημερινά μόνο θέματα, που σχετίζονται με την επιμέλεια του τέκνου, και όχι για εκείνα που από τη φύση τους είναι κρίσιμα για τη ζωή του (όπως η ονοματοδοσία, η επιλογή αναδόχου, η επιλογή θρησκεύματος, μια σοβαρή χειρουργική επέμβαση, η αλλαγή σχολείου κ.α.)

Γι’ τα παραπάνω δεν είναι αρκετή, η απόφαση του ενός από τους γονείς. Και τούτο γιατί, και αν ακόμα η επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου έχει τεθεί με δικαστική απόφαση στον ένα γονέα εξακολουθεί να παραμένει στον πυρήνα της γονικής μέριμνας, η λήψη της απόφασης επί των πιο σοβαρών ζητημάτων.

Κατευθυντήρια γραμμή για την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων και προσφυγής τους στο δικαστήριο είναι το αληθινό συμφέρον του τέκνου, που συνίσταται στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μία ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα (ΑΠ 317/2015).

Σημειώνεται πως η εγγραφή σε ένα ιδιωτικό σχολείο, σε αντίθεση με την εγγραφή σε ένα δημόσιο σχολείο, δεν θεωρείται «τρέχον θέμα» και έτσι απαιτείται η συγκατάθεση αμφοτέρων των γονέων.  Η εξεταζόμενη περίπτωση, όμως, είχε την ιδιαιτερότητα πως υπήρξε διαφωνία των γονέων ως προς την επιλογή όχι μεταξύ ένος δημοσίου και ενός ιδιωτικού σχολείου, αλλά μεταξύ δύο ιδιωτικών σχολείων. Η μητέρα επιθυμούσε την συνέχιση της φοίτησης του τέκνου σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, στο οποίο ήταν ήδη εγγεγραμμένο, με βασική την αγγλική γλώσσα και με προσανατολισμό ακαδημαϊκών σπουδών σε ιδρύματα του εξωτερικού, ενώ ο πατέρας επιθυμούσε την εγγραφή του τέκνου του σε ιδιωτικό σχολείο, το οποίο θα ακολουθεί το ελληνικό πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας, που θα επιτρέπει τη δυνατότητα συμμετοχής στις πανελλήνιες εξετάσεις.

Το Δικαστήριο με γνώμονα την διασφάλιση της σταθερότητας στις συνθήκες ανάπτυξής του ανηλίκου και την αρμονική ένταξή, προσαρμογή και ανταπόκρισή του στο σχολικό περιβάλλον αποφάσισε πως την συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν θα εξυπηρετείτο το συμφέρον της ανήλικης με τη λήψη αποφάσεως περί νέας μεταβολής στο σχολικό της περιβάλλον, ιδίως ενόψει της αναστάτωσης που είχε βιώσει λόγω της διαφωνίας των γονέων της ως προς το θέμα αυτό.

Δέχτηκε, όμως, την διεύρυνση της επικοινωνίας της ανήλικης με τον πατέρα της, προκειμένου αυτός να ενισχύει τη διδασκαλία των νέων και αρχαίων ελληνικών στο τέκνο του.  Η ενίσχυση αυτή κρίθηκε προς το συμφέρον της, καθώς διευρύνει το πεδίο των εκπαιδευτικών επιλογών της και ενισχύει την αρμονικότερη ένταξή της στην ελληνική κοινωνία.

Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο δέχτηκε πως ο πατέρας έχει ίδιο και αυτοτελές δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας με την κόρη του, το οποίο πηγάζει ευθέως από το νόμο (άρθρο 1520 ΑΚ), και πως υφίστατο επείγουσα περίπτωση, που επέτασσε η διάρκεια της να διευρυνθεί από το Δικαστήριο. Για να καταλήξει στην παραπάνω απόφαση έλαβε υπόψη πρωτεύοντος το βέλτιστο συμφέρον της ανήλικης, όπως, αναλύθηκε παραπάνω, και επικουρικά την προοπτική ενίσχυσης και εμβάθυνσης της επικοινωνίας με τον πατέρα της μέσω της ελληνικής παιδείας και ειδικότερα της κατανόησης της ελληνικής γλώσσας, παράδοσης και ιστορίας.

Σχολιάστε