Αριθμός εκκαθαριστών σε περίπτωση δικαστικής αίτησης για την αντικατάστασή τους

Σύμφωνα με το άρθρο 777 Α.Κ., από τη λύση της εταιρίας παύει η εξουσία των διαχειριστών εταίρων και αρχίζει η εξουσία των εκκαθαριστών (συμβατικών, νομίμων ή δικαστικών), σύμφωνα με το άρθρο 778 Α.Κ.; εφόσον, βέβαια, υπάρχει εκκαθαριστέα εταιρική περιουσία. Το στάδιο της εκκαθάρισης ακολουθεί υποχρεωτικά και αυτοδίκαια τη λύση του νομικού προσώπου της ομόρρυθμης, εφόσον, σύμφωνα και με το άρθρο 268 του ν. 4072/2012, δεν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά. Η εκκαθάριση έχει σκοπό την ενέργεια των πράξεων εκείνων που είναι αναγκαίες για να επιτευχθεί ο προσδιορισμός του ενεργητικού της εταιρικής περιουσίας, ώστε να προπαρασκευασθεί η διανομή του μεταξύ των εταίρων. Ειδικότερα, ο σκοπός της εκκαθάρισης έγκειται στη ρευστοποίηση του ενεργητικού, τη διαπίστωση και εξόφληση των χρεών και, στη συνέχεια, στην απόδοση των εισφορών και τη διανομή του τυχόν πλοίου μεταξύ των εταίρων (ΕφΑΘ 4254/2006 Τ.Ν.Π. Νόμος).

Το άρθρο 778 Α.Κ. ορίζει ότι: «Αφού λυθεί η εταιρία, η εκκαθάριση, αν δεν συμφωνήθηκε κάτι άλλο, ενεργείται από όλους τους εταίρους μαζί ή από εκκαθαριστή που έχει διοριστεί με ομόφωνη απόφαση όλων. Σε περίπτωση διαφωνίας, ο εκκαθαριστής διορίζεται ή αντικαθίσταται από το δικαστήριο με αίτηση ενός από τους εταίρους και η αντικατάσταση αυτή γίνεται μόνο για σπουδαίο λόγο».

Σπουδαίο λόγο, κατά την έννοια της ως άνω ρύθμισης, η οποία συμπορεύεται προς το άρθρο 786 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, συνιστά κάθε γεγονός, το οποίο καθιστά αδύνατη ή πολύ δυσχερή την πραγματοποίηση του σκοπού της εκκαθάρισης ή από το οποίο προκύπτει ότι η διατήρηση του εκκαθαριστή ή των εκκαθαριστών δεν εξασφαλίζει την ομαλή και απρόσκοπτη διεξαγωγή της εκκαθάρισης και δημιουργεί φόβους σοβαρών ζημιών στα συμφέροντα της εταιρίας και των εταίρων ή από το οποίο προκύπτει ότι η εξακολούθηση της διαχειριστικής εξουσίας του εκκαθαριστή αποβαίνει μη ανεκτή κατά την καλή συναλλακτική πίστη και τα χρηστά ήθη από την πλευρά των εταίρων (ΑΠ 1274/2001 ΕλλΔνη 2002.137 ΑΠ 1363/1998 ΕΕμπΔ 1999, 55 ΕφΑΘ 6366/2004, ΜΠρΘεσσαλ 7323/2018 Τ.Ν.Π. Νόμος).

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και η άσκηση των καθηκόντων από τον εκκαθαριστή με δόλο ή αμέλεια βλαπτικά για την εταιρία και τους εταίρους, η παραμέληση των έργων της εκκαθάρισης, η άρνηση του εκκαθαριστή να επιτρέψει τον έλεγχο των εργασιών της εκκαθάρισης, η άρνηση του εκκαθαριστή να επιτρέψει τον έλεγχο των εργασιών της εκκαθάρισης από τον εταίρο, η αδιαφορία ενός από τους εκκαθαριστές στη διεξαγωγή της εκκαθάρισης, η ύπαρξη διαφωνιών και διενέξεων μεταξύ των υπαρχόντων εκκαθαριστών ή μεταξύ αυτών και των συνεταίρων, η δικαιολογημένη δυσπιστία ενός από τους εταίρους ως προς το πρόσωπο του εκκαθαριστή, η οποία μπορεί να ανάγεται σε πιθανολογούμενη μονομερή προστασία των συμφερόντων κάποιου ή κάποιων από τους συνεταίρους (ΑΠ 1274/2001 ό.π. ΑΠ 1363/1998 ό.π ΕφΑΘ 613/2015 Αρμ 2015, 1895 ΕφΘεσ 199/2008 ΕπισκΕΔ 2008,589 ΕφΑΘ 6366/2004 ό.π.), καθώς και η έλλειψη πνεύματος συνεργασίας μεταξύ αυτών (ΑΠ 407/1990 ΝοΒ 1991, 740 ΕφΘεσ 1521/1988 Αρμ 1989,141).

Όταν, λοιπόν, συντρέχει σπουδαίος λόγος, το δικαστήριο οφείλει να προβεί στον διορισμό εκκαθαριστή ή εκκαθαριστών, χωρίς να δεσμεύεται αφενός από τα πρόσωπα, τα οποία προτείνουν ο αϊτών ή οι παρεμβαίνοντες εταίροι, αφετέρου από τον καθορισμό του αριθμού των εκκαθαριστών, εκτός αν ο αριθμός ορίζεται στο καταστατικό ή σε άλλη απόφασή τους, οπότε το δικαστήριο δεσμεύεται από τον έτσι καθορισμένο αριθμό των εκκαθαριστών, διότι η απόφασή του αναπληρώνει την ελλείπουσα ομοφωνία τους ως προς την επιλογή του προσώπου των εκκαθαριστών, ενώ ως προς/τον αριθμό δεν υφίσταται διαφωνία (ΑΠ 1363/1998)

Ως εκκαθαριστές μπορεί να διοριστούν ένας ή περισσότεροι από τους συνεταίρους ή συνηθέστερα τρίτα προς την εταιρία πρόσωπα, τα οποία να έχουν ειδικότητα για τη διεξαγωγή της εκκαθάρισης και να είναι αμέτοχα στις προστριβές και διενέξεις των συνεταίρων (ΕψΠειρ 1096/1995 ΔΕΕ 1996, 267). Εξάλλου, από τα άρθρα 73 και 778 παρ. 2 ΑΚ, που ορίζουν ότι, εάν οι εταίροι δεν συμφωνούν στη διενέργεια της εκκαθάρισης εν γένει ή δεν συμφωνούν στο τρόπο της εκκαθάρισης ή τον διορισμό εκκαθαριστή, διορίζεται εκκαθαριστής από το δικαστήριο, συνάγεται ότι η ύπαρξη τέτοιων διαφωνιών συνεπάγεται ουσιαστικώς την έλλειψη εκκαθαριστών δυναμένων να διεξάγουν κανονικώς το έργο της εκκαθάρισης.

Έτσι, η προϋπόθεση της διαφωνίας, η οποία προβλέπεται για το διορισμό εκκαθαριστή, ουσιαστικώς προσομοιάζει προς την προϋπόθεση, η οποία προβλέπεται για την αντικατάσταση εκκαθαριστή ή εκκαθαριστών και συνίσταται στην ύπαρξη σπουδαίου λόγου. Το διορισμό του εκκαθαριστή νομιμοποιείται να ζητήσει κάθε εταίρος και η αίτησή του είναι παραδεκτή, εφόσον απευθύνεται εναντίον όλων των υπολοίπων εταίρων (ΑΠ 290/2017, ΑΠ 1648/2014, ΑΠ 1096/1996).

Σχολιάστε